fbpx
ΓΙΑ ΡΑΝΤΕΒΟΥ ΚΑΛΕΣΤΕ :   ΑΘΗΝΑ  210 6962600, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ  2310 372600
ΑΜΕΣΗ ΑΝΑΓΚΗ! 14 501

Βουβωνοκήλη και λαπαροσκοπική αποκατάσταση: Ένα παλαιό πρόβλημα και η σύγχρονη αντιμετώπισή του

Του Παντελή Αντωνάκη Βιοκλινική Πειραιά

Η βουβωνοκήλη είναι μία πάθηση του κοιλιακού τοιχώματος στηβουβωνική περιοχή, εκεί δηλαδή που ενώνεται το κάτω άκρο με τον κορμό. 

Αποτελεί τη συχνότερη κήλη του κοιλιακού τοιχώματος, ενώ είναι σαφώς συχνότερη μεταξύ των ανδρών.

Αν και ως πάθηση η βουβωνοκήλη είναι γνωστή από την αρχαιότητα, η χειρουργική θεραπεία της ακόμη και σήμερα αποτελεί αντικείμενο εξέλιξης και βελτίωσης.

Πού οφείλεται και πώς προκαλείται / επιδεινώνεται η βουβωνοκήλη

Από κατασκευής της η βουβωνική περιοχή έχει περιορισμένη αντοχή στις έντονες αυξήσεις της πίεσηςμέσα στην κοιλιά (ενδοκοιλιακή πίεση).

Από τη στιγμή που λόγω ποιότητας κατασκευής (ποιότητας κολλαγόνου και συνδετικού ιστού) υποχωρήσει και απωλέσειτην ακεραιότητά του το κοιλιακό τοίχωμα, δίδεται η δυνατότητα στο περιεχόμενο της κοιλιάς να προωθείται προς τα έξω (ακολουθώντας την οδό της ήσσονος αντίστασης).

Οποιοδήποτε αίτιο προκαλεί αύξηση της ενδοκοιλιακής πίεσης (άρση βάρους, βήχας, φτάρνισμα, παχυσαρκία, εγκυμοσύνη, δυσκοιλιότητα κ.α.) και δη τα επαναλαμβανόμενα και τα μακράς διαρκείας (βήχας σε καπνιστές, συστηματική άρση βάρους λόγω βαριάς σωματικής εργασίας ή αθλητικής δραστηριότητας, έντονη σεξουαλική δραστηριότητα) είναι δυνατόν να ξεπεράσει το όριο αντοχής των ιστών,προκαλώντας έτσι την εμφάνιση βουβωνοκήλης ή να επιδεινώσει μία ήδη υπάρχουσα βουβωνοκήλη, να αυξήσει δηλαδή το χάσμα του τοιχώματος και το μέγεθος της κήλης.

Έτσι, αν και κανένα από τα αίτια που αυξάνουν την ενδοκοιλιακή πίεση δεν προκαλεί αφ’ εαυτού βουβωνοκήλη (αφού αυτή προκαλείται από χαμηλή αντοχή / πτωχή ποιότητα των ιστών), καθένα από αυτά μπορεί να οδηγήσει στο να γίνει μία βουβωνοκήλη αντιληπτή ή να επιδεινωθεί.

Συμπτώματα και κλινική εικόνα

Τα συνήθη συμπτώματα που οδηγούν τον ασθενή στην αναζήτηση ιατρικής συμβουλής είναι:

  • Διόγκωση στη βουβωνική περιοχή ή στο όσχεο (δηλ. στη δερματική πτυχή που περιέχει τους όρχεις), που μπορεί να είναι μόνιμη ή να εμφανίζεται περιστασιακά.
  • Αίσθημα βάρους ή/και πόνος στη βουβωνική περιοχή, που επιτείνεται κατά τη διάρκεια της ημέρας κατά την ορθοστασία και ανακουφίζεται με την κατάκλιση. Ο πόνος μπορεί να εμφανισθεί και οξέως μετά από απότομη και ασυνήθιστη αύξηση της ενδοκοιλιακής πίεσης (άρση βάρους, βήχας, φτάρνισμα, έντονη δυσκοιλιότητα κ.α.)
    Η κλινική εικόνα ποικίλει και έτσι ένας ασθενής μπορεί να έχει μία ευμεγέθη βουβωνοκήλη χωρίς κανένα σύμπτωμα, ή αντίθετα να πάσχει από έντονη συμπτωματολογία με ελάχιστη ή ανύπαρκτη διόγκωση στη βουβωνική περιοχή. Αυτό εξηγείται καθώς ιδιαίτερα στην αρχή της φυσικής πορείας μίας βουβωνοκήλης (δηλαδή κατά τη δημιουργία του χάσματος) γίνεται βίαιη καταστροφή και διάσχιση ιστών οπότε και ο πόνος είναι έντονος, ενώ υπάρχει μηδαμινή ή ελάχιστη διόγκωση. Στη συνέχεια καθώς το χάσμα διευρύνεται και επιτρέπεται πιο ελεύθερα η δίοδος ενδοκοιλιακού περιεχομένου από αυτό, η ιστική καταστροφή και ο πόνος μπορούν να μειωθούν ή να παύσουν.

ΠΡΟΣΟΧΗ: Εφόσον εμφανιστεί πολύ έντονος πόνος στη βουβωνική περιοχή και διόγκωση, που δεν υποχωρεί ή/και συνοδεύεται από πυρετό, ναυτία, εμετό ή τάση για εμετό, υπάρχει σοβαρή πιθανότητα να έχει γίνει κάποια και η βουβωνοκήλη να είναι μη ανατασσομένη, περιεσφιγμένη ή στραγγαλισθείσα και να συνοδεύεται από εντερική απόφραξη (ειλεό). Οι καταστάσεις αυτές αποτελούν επείγουσες χειρουργικές παθήσεις, που χρήζουν άμεσης διάγνωσης και αντιμετώπισης. Εάν έχετε τα παραπάνω ή παρόμοια συμπτώματα, πρέπει οπωσδήποτε να επικοινωνήσετε με χειρουργό το συντομότερο δυνατόν.

Διάγνωση

Συνήθως η κλινική εξέταση σε όρθια και ύπτια θέση επαρκεί για να τεθεί η διάγνωση της βουβωνοκήλης.

Διάφορες απεικονιστικές εξετάσεις (πχ υπερηχογράφημα ακόμα και υπολογιστική τομογραφία), μπορούν να διενεργηθούν για την επιβεβαίωση της διάγνωσης, αν και συνήθως δεν χρειάζονται, καθότι αυτή είναι συνήθως προφανής.

Με βάση την κλινική εξέταση ή/και τον απεικονιστικό έλεγχο αναγνωρίζεται το είδος της βουβωνοκήλης (ευθεία, λοξή, οσχεοβουβωνοκήλη, πανταλονοειδής) η θέση της (δεξιά, αριστερή ή αμφοτερόπλευρη) και καθορίζεται η βαρύτητά της (ευχερώς ανατασσομένη, μη ανατασσομένη, περιεσφιγμένη, στραγγαλισθείσα).

Αντιμετώπιση

Εφόσον τεθεί η διάγνωση της βουβωνοκήλης υπάρχουν δύο επιλογές για την αντιμετώπισή της: η συντηρητική και η χειρουργική θεραπεία.

H επιλογή από πλευράς χειρουργού εξαρτάται από την ύπαρξη συμπτωμάτων, τη βαρύτητά της, την ηλικία του ασθενούς, τη συνύπαρξη άλλων παθήσεων, τη λήψη φαρμάκων (ιδίως αντιπηκτικών) και εξατομικεύεται με βάση και την προτίμηση του ασθενούς μετά από ενδελεχή ενημέρωσή του για τους σχετικούς κινδύνους και τις επιπλοκές της τόσο της συντηρητικής όσο και της χειρουργικής θεραπείας.

Αν και η συντηρητική αντιμετώπιση της βουβωνοκήλης αποτελεί δόκιμη επιλογή υπό προϋποθέσεις, συνήθως επιλέγεται η χειρουργική αποκατάσταση.

Πρακτικά η απόφαση περί συντηρητικής ή χειρουργικής αντιμετώπισης, όταν δεν υπάρχουν επιπλοκές (περίσφιγξη, στραγγαλισμός και ειλεός με ή χωρίς νέκρωση εντέρου) και οξέα συμβάματα (οπότε και η χειρουργική επέμβαση είναι επιβεβλημένη και πιθανώς σωτήρια), έχει ήδη ληφθεί από τον ασθενή προτού αναζητήσει χειρουργική συμβουλή.

Τα συμπτώματα, κυρίως όταν επηρεάζουν σε σημαντικό βαθμό την καθημερινότητα (ικανότητα για εργασία, ποιότητα σεξουαλικής ζωής, μόνιμο άλγος), είναι αυτά που συνήθως οδηγούν τον ασθενή στο χειρουργείο.

Σε ειδικές περιπτώσεις (π.χ. ναυτικοί, αθλητές, κάτοικοι απομακρυσμένων περιοχών) η χειρουργική αντιμετώπιση αποτελεί μονόδρομο, ανεξαρτήτως συμπτωμάτων.

Ομοίως, όταν υπάρχουν σοβαρά συνοδά νοσήματα ή/και όταν ο ασθενής λαμβάνει συστηματικά φάρμακα (κυρίως αντιπηκτικά) τα οποία πρέπει να διακοπούν για να πραγματοποιηθεί με ασφάλεια η οποιαδήποτε επέμβαση (άρα και η αποκατάσταση της βουβωνοκήλης), προτιμάται η εν ψυχρώ, προγραμματισμένη και υπό ελεγχόμενες συνθήκες χειρουργική επέμβαση, προκειμένου να εκμηδενισθεί η έστω και ελάχιστη πιθανότητα μίας εν θερμώ, επείγουσας αποκατάστασης.

Συντηρητική αντιμετώπιση βουβωνοκήλης

Εφόσον για οποιοδήποτε λόγο αποφασισθεί η συντηρητική αντιμετώπιση ενός ασθενούς με βουβωνοκήλη, ο βασικότερος παράγοντας επιτυχίας είναι η πλήρης ενημέρωση, η κατανόηση και η συμμόρφωση από πλευράς ασθενούς με τις σχετικές οδηγίες που θα λάβει από το χειρουργό του.

Αυτές αφορούν σε γενικές γραμμές την αποφυγή / πρόληψη καταστάσεων που οδηγούν σε αύξηση της ενδοκοιλιακής πίεσης, παροδική ή μόνιμη και τη συχνότητα επανεξέτασης.

Έτσι σε γενικές γραμμές ο ασθενής πρέπει να αποφεύγει την άρση βάρους, την έντονη σωματική δραστηριότητα, τον έντονο βήχα / φτάρνισμα, τη δυσκοιλιότητα, το κάπνισμα, την έντονη σεξουαλική δραστηριότητα κ.α.

Ουσιαστικά πρόκειται για έναν τρόπο ζωής ο οποίος συνήθως δεν γίνεται καλώς ανεκτός από νέα άτομα χωρίς προβλήματα υγείας, δεν αποτελεί όμως συνήθως πρόβλημα σε υπερήλικες, περιορισμένης κινητικότητας ή μονίμως κατακελιμένους ασθενείς, με πολλαπλές συνοδές παθήσεις.

Ως προς την ενοχλητική τοπική διόγκωση, η τοποθέτηση κηλεπίδεσμου βοηθά σημαντικά.

Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί πως η χρήση κηλεπιδέσμου δεν συνιστάται παρά μόνον στην περίπτωση που έχει προαποφασισθεί η συντηρητική αντιμετώπιση (δηλαδή πως υπό κανονικές συνθήκες ο ασθενής ουδέποτε θα χειρουργηθεί), διότι στην αντίθετη περίπτωση, η χρόνια χρήση κηλεπιδέσμου δυσχεραίνει σημαντικά τη χειρουργική επέμβαση λόγω της τοπικής ίνωσης που προκαλεί.

Το σημαντικότερο ζήτημα που πρέπει να γίνει κατανοητό από τον πάσχοντα ή/και τους οικείους του είναι τα συμπτώματα που θα πρέπει να τους οδηγήσουν στην επείγουσα αναζήτηση ιατρικής συμβουλής.

Η εμφάνιση έντονου πόνου στην περιοχή της βουβωνοκήλης, η αύξηση του μεγέθους της διόγκωσης που δεν υποχωρεί (δεν ανατάσσεται), η εμφάνιση πυρετού, ναυτίας ή/και εμέτων οφείλουν να θορυβήσουν τον πάσχοντα και το περιβάλλον του και να τους οδηγήσουν επειγόντως σε χειρουργική επανεκτίμηση.

Χειρουργική αντιμετώπιση βουβωνοκήλης

Ιστορικά έχουν χρησιμοποιηθεί διάφορες επεμβάσεις για την αποκατάσταση της βουβωνοκήλης.

Εδώ και περίπου 30 χρόνια έχει πλέον επικρατήσει σχεδόν καθολικά η έννοια της αποκατάστασης χωρίς τάση με την τοποθέτηση πλέγματος.

Για το λόγο αυτό εδώ θα αναφερθούν εν συντομία μόνο οι αντίστοιχες τεχνικές.

Κλασική χειρουργική αντιμετώπιση – ανοικτή αποκατάσταση:

Η συχνότερα πραγματοποιούμενη επέμβαση για αποκατάσταση ετερόπλευρης βουβωνοκήλης (δηλ. από τη μία πλευρά ΔΕΞΙΑ ή ΑΡΙΣΤΕΡΑ) είναι η ανοικτή αποκατάσταση, με τοποθέτηση πλέγματος.

Η επέμβαση έχει άριστα αποτελέσματα ως προς την αποκατάσταση της βουβωνοκήλης και πολύ μικρή πιθανότητα υποτροπής όπως και η αντίστοιχη λαπαροσκοπική.

Βασικό πλεονέκτημα της μεθόδου είναι το χαμηλό κόστος.

Λόγω της δερματικής τομής και της υποχρεωτικής διατομής μυϊκών περιτονιών είναι γεγονός πως μετά την επέμβαση το μετεγχειρητικό άλγος είναι έντονο για λίγες μέρες και σίγουρα περισσότερο σε σχέση με τις ελάχιστα επεμβατικές τεχνικές.

Για τον ίδιο λόγο η πιθανότητα μετεγχειρητικής φλεγμονής είναι μεγαλύτερη, ενώ το τελικό αποτέλεσμα είναι μία ευμεγέθης μετεγχειρητική δερματική ουλή.

Σκοπός της επέμβασης: Ο σκοπός της επέμβασης είναι η επιστροφή του περιεχομένου της κήλης στην ανατομική του θέση και η υπερκάλυψη του χάσματος του κοιλιακού τοιχώματος της βουβωνικής περιοχής με ένα πλέγμα, το οποίο τοποθετείται εν μέρει πάνω από το κοιλιακό τοίχωμα. Συχνά τοποθετείται μία παροχέτευση αρνητικής πίεσης η οποία αφαιρείται την 1η μετεγχειρητική ημέρα, προ του εξιτηρίου.

Πώς γίνεται: Η επέμβαση γίνεται δια μέσου μίας δερματικής τομής μήκους 5 έως 10 εκατοστών. Αφού διανοιχθεί ο υποδόριος ιστός και η επιπολής (επιφανειακή) περιτονία της περιοχής (Scarpa), διατέμνεταιο επιφανειακότερος μυς του κοιλιακού τοιχώματος της περιοχής (έξω λοξός) προκειμένου να αναγνωρισθεί το είδος της κήλης (ευθεία ή λοξή ή πανταλονοειδής). Στη συνέχεια αναγνωρίζονται και διαφυλάσσονται τα στοιχεία του σπερματικού τόνου (στους άνδρες) ή ο στρογγύλος σύνδεσμος της μήτρας (στις γυναίκες), αποκολλάται ο σάκος της κήλης από τους γύρω ιστούς και επαναφέρεται εντός της κοιλιάς ή αφαιρείται. Στη συνέχεια τοποθετείται το ειδικό πλέγμα, το οποίο και καθηλώνεται στερεά στο ηβικό οστό (συγκεκριμένα στο ηβικό φύμα) και στο έδαφος της περιοχής. Ακολούθως τοποθετείται ή όχι μία παροχέτευση και γίνεται η σύγκλειση της τομής κατά στρώματα.

Συνήθης μετεγχειρητική πορεία: Στην πλειονότητά τους οι ασθενείς κινητοποιούνται και σιτίζονται το βράδυ της επέμβασης. Οι ασθενείς εξέρχονται την επομένη το πρωί και ακολουθούν συγκεκριμένες οδηγίες για τρεις έως έξι εβδομάδες.

Σύγχρονη χειρουργική αντιμετώπιση

«Λαπαροσκοπική» / ρομποτική αποκατάσταση βουβωνοκήλης με τοποθέτηση πλέγματος. Πλήρως εξωπεριτοναϊκή αποκατάσταση (μέθοδος TEP)

Η εξωπεριτοναϊκή αποκατάσταση βουβωνοκήλης είναι μία επέμβαση που συνδυάζει όλα τα πλεονεκτήματα των λαπαροσκοπικών / ρομποτικών επεμβάσεων (λιγότερος πόνος, ταχύτερη ανάρρωση, άριστο κοσμητικό αποτέλεσμα, μηδαμινή αιμορραγία), με αυτά της μη εισόδου στην κοιλιά.

Αυτό συμβαίνει καθώς ο χώρος εργασίας είναι εκτός της κοιλιακής κοιλότητας (εξωπεριτοναϊκός χώρος).

Η επέμβαση αυτή αναφέρεται συχνά και ως «λαπαροσκοπική», όρος εσφαλμένος και παραπλανητικός, διότι υπάρχει και η αληθώς λαπαροσκοπική αποκατάσταση που γίνεται δια της κοιλιάς (TAPP).

Σημαντικό πλεονέκτημα της TEP είναι το γεγονός, πως παρέχει τη δυνατότητα αποκατάστασης αμφοτερόπλευρης βουβωνοκήλης (δηλαδή ταυτόχρονης κήλης και από τη δεξιά και από την αριστερή πλευρά) σε μία επέμβαση, ενώ επιτρέπει και την αποκατάσταση μηροκήλης, εφόσον αυτή υπάρχει.

Επίσης η TEP αποτελεί την επέμβαση εκλογής σε περιπτώσεις υποτροπής βουβωνοκήλης μετά από προηγηθείσα ανοικτή αποκατάσταση, καθώς ο ουλώδης ιστός που έχει δημιουργηθεί δυσχεραίνει πάρα πολύ την 2η ανοικτή επέμβαση.

Τέλος η TEP αποτελεί τη βασική χειρουργική επιλογή για την αποκατάσταση της κήλης των αθλητών.

Σκοπός της επέμβασης: Ο σκοπός της επέμβασης είναι η επιστροφή του περιεχομένου της κήλης ή των κηλών (σε περίπτωση συνδυασμού δεξιάς και αριστερής κήλης, δηλ. αμφοτερόπλευρης βουβωνοκήλης) στην ανατομική του θέση και η υπερκάλυψη του χάσματος του κοιλιακού τοιχώματος της βουβωνικής περιοχής με ένα ή δύο πλέγματα αντίστοιχα. Η τοποθέτηση του πλέγματος γίνεται κάτω από το κοιλιακό τοίχωμα και συνεπώς δεν δημιουργείται ουλώδης ιστός εξωτερικά στη βουβωνική περιοχή που να μπορεί να ψηλαφηθεί στη συνέχεια από τον ασθενή. Ομοίως δεν είναι δυνατόν να ψηλαφηθεί ούτε το πλέγμα αφού μεταξύ αυτού και του δέρματος μεσολαβεί το κοιλιακό τοίχωμα.

Πώς γίνεται: Η επέμβαση γίνεται δια μέσου 3 δερματικών τομών, η μεγαλύτερη των οποίων έχει μήκος 12 χιλιοστά και οι δύο μικρότερες μόλις 5 χιλιοστά. Σε περιπτώσεις αμφοτερόπλευρης βουβωνοκήλης, σπανιότατα μπορεί να χρειασθεί μία ακόμα μικρή δερματική τομή των 5 χιλιοστών. Αφού δημιουργηθεί με ειδικό μπαλόνι ο προπεριτοναϊκός χώρος, αναγνωρίζονται και διαφυλάσσονται τα στοιχεία του σπερματικού τόνου (στους άνδρες) ή ο στρογγύλος σύνδεσμος της μήτρας (στις γυναίκες), αποκολλάται ο σάκος της κήλης από τους γύρω ιστούς και επαναφέρεται εντός της κοιλιάς (ΔΕΝ αφαιρείται, όπως συχνά πιστεύεται). Στη συνέχεια τοποθετείται το ειδικό πλέγμα, το οποίο και καθηλώνεται στερεά στην ηβική σύμφυση και στο κοιλιακό τοίχωμα με ειδικές κόλλες ή ελικοειδείς ήλους (ειδικά καρφιά σχήματος σπιράλ), απορροφήσιμους και μη. Στην περίπτωση της ρομποτικής προσπέλασης, η διαφοροποίηση έγκειται στη χρήση του ρομποτικού εξοπλισμού, οπότε και ο χειρουργός χειρίζεται εξ αποστάσεως τους ρομποτικούς βραχίονες, εξασφαλίζοντας έτσι μεγαλύτερη ακρίβεια στις κινήσεις και βελτιωμένη τρισδιάσταση απεικόνιση του χειρουργικού πεδίου. Βέβαια, στον περιορισμένο προπεριτοναϊκό χώρο η διαρκής αλλαγή της γωνίας θέασης που προσφέρει η λαπαροσκόπηση και δεν δίδεται, τουλάχιστον από τα παλαιότερα ρομποτικά συστήματα, αντισταθμίζει το ρομποτικό πλεονέκτημα και οδηγεί τελικώς σε ισοδύναμα αποτελέσματα μεταξύ λαπαροσκοπικής και ρομποτικής προσπέλασης.

Συνήθης μετεγχειρητική πορεία: Στην πλειονότητά τους οι ασθενείς κινητοποιούνται και σιτίζονται το βράδυ της επέμβασης. Οι ασθενείς εξέρχονται το ίδιο απόγευμα ή την επομένη το πρωί και ακολουθούν συγκεκριμένες οδηγίες για τρεις έως έξι εβδομάδες.

Η σύγχρονη χειρουργική θεώρηση στην αποκατάσταση της βουβωνοκήλης – Συμπεράσματα

Η χειρουργική θεραπεία στις βουβωνοκήλες αποσκοπεί στην αποκατάσταση της ακεραιότητας και στην ενίσχυση του κοιλιακού τοιχώματος και του βουβωνικού πόρου.

Παλαιότερα, η μοναδική προσπέλαση ήταν αυτή της ανοικτής χειρουργικής (από έξω), ενώ εδώ και αρκετά χρόνια η επέμβαση πραγματοποιείται με τις ελάχιστα επεμβατικές (εκ των έσω), δηλαδή τη λαπαροσκοπική και την ρομποτική προσπέλαση.

Τα οφέλη της τελευταίων στην περίπτωση της αποκατάστασης της βουβωνοκήλης, είναι σημαντικά και αφορούν στην ελαχιστοποίηση

α) των επιπλοκών από τη χειρουργική τομή,

β) της απώλειας αίματος και

γ) του μετεγχειρητικού πόνου, ενώ περιλαμβάνουν και την ταχύτατη ανάρρωση και επάνοδο στην εργασία.

Επίσης η λαπαροσκοπική και η ρομποτική αποκατάσταση, δίνουν στο χειρουργό τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει με ευκολία καταστάσεις, που στην εποχή της ανοικτής αποκατάστασης της βουβωνοκήλης θεωρούνταν ιδιαίτερα δύσκολες και συνοδεύονταν από υψηλά ποσοστά αποτυχίας και επιπλοκών.

Τέτοιες είναι: η ταυτόχρονη αντιμετώπιση αμφοτερόπλευρης βουβωνοκήλης (δηλ. όταν συνυπάρχουν βουβωνοκήλη δεξιά και αριστερά) σε μία επέμβαση και η επανεπέμβαση για υποτροπή βουβωνοκήλης μετά από προηγούμενη ανοικτή αποκατάσταση.

Ένα μειονέκτημα της TEP είναι το κατά τι αυξημένο κόστος σε σχέση με την ανοικτή αποκατάσταση, διότι πέραν του πλέγματος που είναι παρόμοιο και στις δύο επεμβάσεις, υπάρχει και το κόστος του λαπαροσκοπικού εξοπλισμού.

Στη δε ρομποτική επέμβαση η ψαλίδα ανοίγει σημαντικά διότι σε αυτό προστίθεται και το ομολογουμένως υψηλό κόστος του ρομποτικού εξοπλισμού.

Το βασικότερο όμως μειονέκτημα της μεθόδου είναι ότι αποτελεί προηγμένηλαπαροσκοπική / ρομποτική επέμβαση, για την ασφαλή και αποτελεσματική διενέργεια της οποίας απαιτούνται προηγμένες λαπαροσκοπικές δεξιότητες, εκπαίδευση και εμπειρία από πλευράς χειρουργού.

Έτσι, η διαθεσιμότητα της ανωτέρω τεχνικής είναι περιορισμένη σε συγκεκριμένα ιδιωτικά θεραπευτήρια στη χώρα μας (καθότι η επέμβαση δεν πραγματοποιείται στα δημόσια νοσοκομεία).

Επίσης, δεδομένου του χαμηλότερου συντελεστή δυσκολίας της κλασικής ανοικτής αποκατάστασης και της περιορισμένης εμπειρίας στην προηγμένη λαπαροσκοπική χειρουργική της χειρουργικής κοινότητας ακόμα και στον ιδιωτικό τομέα, είναι γεγονός πως συχνά ΔΕΝ προσφέρεται ως επιλογή η ελάχιστα επεμβατική προσπέλαση (λαπροσκοπική ή ρομποτική) ούτε στον ιδιωτικό τομέα.

Συμπερασματικά, η λαπαροσκοπική και η ρομποτική αποκατάσταση των βουβωνοκηλών αποτελούν δόκιμη εναλλακτική επιλογή, ενίοτε δε (αμφοτερόπλευρες και υποτροπές) υπερέχουν σημαντικά της ανοικτής αποκατάστασης.

Οι τεχνικές αυτές απαιτούν ιδιαίτερες λαπαροσκοπικές δεξιότητες και εμπειρία από πλευράς χειρουργού, με αποτέλεσμα την μέχρι τώρα μη επικράτησή τους ως πρώτη επιλογή στη χώρα μας, ακόμα και στον ιδιωτικό τομέα.

Τα πλεονεκτήματα για τον Έλληνα ασθενή είναι σημαντικά και αναντίρρητα και η ενημέρωσή του για αυτά οφείλει να αποτελεί βασικό μέλημα της λαπαροσκοπικής χειρουργικής κοινότητας στη χώρα μας.

ΕΡΩΤΗΣΗ

Έχω βουβωνοκήλη. Η λαπαροσκοπική επέμβαση είναι κατάλληλη για μένα;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Εάν ο οργανισμός σας μπορεί να αντέξει τη γενική αναισθησία, δεν πάσχετε από διαταραχές πηκτικότητας και το περιεχόμενο της βουβωνοκήλης σας (λίπος, έντερο κ.α.) δεν είναι καθηλωμένο, η απάντηση είναι σε γενικές γραμμές ΝΑΙ.

Μεγάλη βαρύτητα υπέρ της λαπαροσκοπικής αποκατάστασης έχουν:

  • η ύπαρξη βουβωνοκήλης και από τις δύο πλευρές (αμφοτερόπλευρη)
  • η ύπαρξη κήλης των αθλητών (sportsman’shernia)
  • το εάν χειρουργείστε για δεύτερη ή τρίτη φορά, δηλαδή για υποτροπή και έχουν προηγηθεί μόνο ανοικτές επεμβάσεις

Στις περιπτώσεις αυτές η λαπαροσκοπική αντιμετώπιση οφείλει να είναι η πρώτη σας επιλογή.

Εφόσον δεν συντρέχουν οι παραπάνω λόγοι, τον πρώτο λόγο τον έχετε εσείς, καθώς η επιλογή είναι θέμα προτεραιοτήτων.

Εάν ο ελάχιστος μετεχειρητικός πόνος, η γρήγορη κινητοποίηση, το άριστο αισθητικό αποτέλεσμα και η άμεση επάνοδος στην εργασία είναι οι βασικές σας προτεραιότητες, η λαπαροσκοπική αποκατάσταση είναι σαφώς η καλύτερη επιλογή για εσάς.

Εάν πάλι το κόστος είναι περιοριστικός παράγοντας ή έχετε πολλά προβλήματα υγείας που σας εμποδίζουν να υποβληθείτε με ασφάλεια σε γενική αναισθησία, τότε η πρώτη σας επιλογή θα πρέπει να είναι μάλλον η ανοικτή αποκατάσταση, πάντοτε με τοποθέτηση πλέγματος.

2018-05-09T12:11:48+00:00