fbpx
ΓΙΑ ΡΑΝΤΕΒΟΥ ΚΑΛΕΣΤΕ :   ΑΘΗΝΑ  210 6962600, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ  2310 372600
ΑΜΕΣΗ ΑΝΑΓΚΗ! 14 501

Καρκίνος μαστού

Της Ζαμπίας Κουκουριτάκη Βιοκλινική Θεσσαλονίκης

Σχετιζόµενος µε κύηση 

Ως καρκίνος του µαστού σχετιζόµενος µε κύηση (ΚΜΣΜ) ορίζεται ο καρκίνος του µαστού που διαγιγνώσκεται κατά τη διάρκεια της εγκυµοσύνης, του θηλασµού και έως έναν χρόνο αργότερα. Είναι η δεύτερη πιο συχνή κακοήθεια στην εγκυµοσύνη µετά τον καρκίνο του τραχήλου της µήτρας. Απαντάται µε συχνότητα περίπου 1/3.000 εγκυµοσύνες, µε µέση ηλικία εµφάνισης 32-38 ετών. Είναι ένα συνεχώς αυξανόµενο πρόβληµα, καθώς αφενός όλο και περισσότερες γυναίκες τεκνοποιούν σε µεγαλύτερη ηλικία, αφετέρου τα ποσοστά του καρκίνου του µαστού συνεχίζουν να αυξάνονται.

Υπήρχε η πεποίθηση ότι ο ΚΜΣΚ είναι εξερετικά επιθετικός και µε χειρότερη πρόγνωση από αυτή των µη εγκύων γυναικών. Εντούτοις, σε µελέτες που έγιναν, αποδείχθηκε ότι η πρόγνωσή του ανά στάδιο και ηλικία είναι ίδια. Η διαφορά οφείλεται στο γεγονός ότι συνήθως υπάρχει καθυστέρηση στη διάγνωση λόγω δυσκολίας στον έλεγχο των µαστών -αλλαγή στο µέγεθος και τη µορφολογία τους- κατά τη διάρκεια της εγκυµοσύνης, απουσία µαστογραφικού ελέγχου και αποφυγή ελέγχου ψηλαφητών βλαβών. Αποτέλεσµα, µεγάλο ποσοστό των ΚΜΣΚ να διαγιγνώσκεται σε προχωρηµένο στάδιο µε διήθηση επιχώριων λεµφαδένων.

Σε όλες τις γυναίκες ηλικίας >35 ετών κατά τη διάρκεια της εγκυµοσύνης είναι απαραίτητοι η κλινική εξέτση και ο έλεγχος τυχόν ψηλαφητών ευρηµάτων.

Οι περισσότερες γυναίκες µε ΚΜΣΚ, όπως και οι περισσότεροι καρκίνοι του µαστού σε άτοµα <40 ετών, εµφανίζουν µια ανώδυνη µάζα ή πάχυνση του δέρµατος του µαστού (Πίνακας 1).

Το υπερηχοτοµογράφηµα αποτελεί εξέταση εκλογής για ψηλαφητές βλάβες. Ασφαλές και αξιόπιστο, µπορεί να βοηθήσει στον χαρακτηρισµό της βλάβης και στον προσδιορισµό τυχόν σχετικών χαρακτηριστκών. Πάνω από 80% των βλαβών αυτών αφορά καλοήθεις καταστάσεις, όπως ινοαδενώµατα, υπερπλασία των λοβίων, κυστική νόσο, γαλακτοκήλη, απόστηµα και λίπωµα. Ωστόσο, κάθε µάζα πρέπει να αξιολογείται.

Η βιοψία διά λεπτής ή κόπτουσας βελόνης (FNA, corebiopsy) αποτελεί το δεύτερο βήµα διερεύνησης των ευρηµάτων. Επί αµφιβολιών, προχωράµε σε ανοικτή χειρουργική βιοψία, χωρίς επιπτώσεις για τη µητέρα ή το έµβρυο από τη γενική αναισθησία, µε πιθανές επιπλοκές τη γαλακτοκήλη και το συρίγγιο.

Σε περίπτωση κακοήθειας είναι απαραίτητο να γίνει µαστογραφία για τον καθορισµό της χειρουργικής θεραπείας.

Ο καρκίνος του µαστού µεθίσταται συχνότερα στους πνεύµονες, στο ήπαρ και τα οστά. Πολλές γυναίκες µε ΚΜΣΚ τη στιγµή της διάγνωσης βρίσκονται σε προχωρηµένο στάδιο. Η σταδιοποίηση της νόσου διαφοροποιείται στις γυναίκες αυτές, µε στόχο την προστασία του εµβρύου. Η αξιολόγηση των µεταστάσεων κατά την εγκυµοσύνη γίνεται µε ακτινογραφία θώρακος (εφαρµόζεται ασπίδα προστασίας της κοιλιακής χώρας και της πυέλου), υπερηχοτοµογράφηµα ήπατος και µαγνητική τοµογραφία οστών, χωρίς την ενδοφλέβια χορήγηση παραµαγνητικής ουσίας (Πίνακας 2).

Μόλις γίνει η διάγνωση του καρκίνου του µαστού, είναι σηµαντικό να µην καθηστερήσουµε τη θεραπεία. Η χειρουργική επέµβαση είναι ένα σηµαντικό µέρος της θεραπείας για οποιαδήποτε γυναίκα µε καρκίνο του µαστού. Πραγµατοποιείται σε όλα τα τρίµηνα της εγκυµοσύνης, τα δε κριτήρια είναι ίδια µε αυτά του γενικού πληθυσµού.

Οι επιλογές για τη χειρουργική καρκίνου του µαστού περιλαµβάνουν:

  • Ριζική τροποποιηµένη µαστεκτοµή.
  • Ογκεκτοµή και λεµφαδενικό καθαρισµό µασχάλης. Πραγµατοποιείται µόνο σε ασθενείς τρίτου τριµήνου κύησης, επειδή µπορεί να υπάρξει ελάχιστη ή καθόλου καθυστέρηση στη χορήγηση ακτινοβολίας και µε αυτό τον τρόπο µειώνεται η πιθανότητα τοπικής υποτροπής.

Η ακτινοθεραπεία δεν ενδείκνυται κατά τη διάρκεια της εγκυµοσύνης, καθώς ακόµη και µια πολύ χαµηλή δόση µπορεί να προκαλέσει βλάβη στο κύηµα. Ακτινοθεραπεία χορηγείται µετά το πέρας της εγκυµοσύνης, αν κριθεί απαραίτητο.

Η χηµειοθεραπεία δεν χορηγείται κατά τους πρώτους τρεις µήνες της εγκυµοσύνης, λόγω οργανογένεσης και επειδή ο κίνδυνος αποβολής το διάστηµα αυτό είναι πολύ µεγάλος. Κύριες επιπλοκές της χηµειοθεραπείας είναι η καθυστέρηση της ενδοµήτριας ανάπτυξης και η γέννηση λιποβαρών εµβρύων.

Χηµειοθεραπεία δίνεται µε σχετική ασφάλεια για το έµβρυο το δεύτερο και τα τρίτο τρίµηνο της κύησης. Πριν από την έναρξη της χηµειοθεραπείας είναι αναγκαίος ο έλεγχος του εµβρύου για τυχόν καθυστέρηση στην ανάπτυξη και συγγενείς ανωµαλίες.

Χηµειοθεραπεία δεν συνιστάται µετά την 35η εβδοµάδα κύησης ή εντός τριών εβδοµάδων από τον τοκετό, επειδή µπορεί να µειώσει τον αριθµό των κυττάρων του αίµατος της µητέρας, µε αποτέλεσµα αιµορραγία και αύξηση της πιθανότητας µόλυνσης κατά τη γέννηση.

Η ορµονοθεραπεία δεν ενδείκνυται κατά τη διάρκεια της εγκυµοσύνης, λόγω σοβαρών επιπλοκών στην ανάπτυξη του εµβρύου.

Συµπερασµατικά, ο ΚΜΣΚ είναι ένας από τους συχνότερους καρκίνους στη διάρκεια της κύησης. Η αξιολόγηση των ευρηµάτων από τον θεράποντα ιατρό παίζει πολύ σηµαντικό ρόλο στην πρώιµη διάγνωση. Η θεραπευτική προσέγγιση διαφοροποιείται από αυτόν του γενικού πληθυσµού, µε στόχο την προστασία τόσο του εµβρύου όσο και της µητέρας.

 

Ζαµπία Κουκουριτάκη, MD, Ph.D
Χειρουργός,
Eπιστηµονική Συνεργάτιδα
Κέντρου Μαστού ΒιοΚλινικής Θεσσαλονίκης

 

2018-09-06T12:01:00+00:00